Close

Not a member yet?Register now and get started.

lock and key

Sign in to your account.

Account Login

Στην κόψη του σπαθιού και του στοχασμού

Συγγραφέας: Αριστοτέλης Ράπτης


Μια μικρή εισαγωγή

Ο τίτλος του αφηγήματος είναι ενδεικτικός της κριτικής ματιάς του συγγραφέα απέναντι στα πράγματα, τόσο της εποχής του εμφυλίου και της φτώχειας, που γνώρισε η γενιά πολλών αυτοδημιούργητων επιστημόνων στη χώρα μας, όσο και της σημερινής κατάστασης: οι ιδεολογικές και ηθικές αντινομίες και συγκρούσεις ανάμεσα στην πρακτική της βίας και της ώριμης σκέψης, της επιφανειακής προόδου και της ανθρωπιάς, διατρέχουν το κείμενο, ζωντανεύουν ανάγλυφες μέσα από τους διαλόγους, τη σκέψη και τη δράση των χαρακτήρων και μετασχηματίζονται μέσα από τον αναστοχασμό πάνω στο νόημα της μικρής και της μεγάλης τους ιστορίας.    

Στην αρχή, ο λόγος είναι μυθιστορηματικός, στη συνέχεια όμως, παράλληλα με την πορεία του βίου και της καριέρας του συγγραφέα στο Πανεπιστήμιο, προσλαμβάνει και προεκτάσεις δοκιμίου. Σε όλο το βιβλίο οι διάσπαρτες ψυχο-κοινωνικές αναλύσεις και ερμηνείες των παρατηρούμενων πολιτιστικών προτύπων και των πολιτικών προβληματισμών, που συγκλονίζουν τη χώρα και τους ανθρώπους σε εποχές πολιτικών αναταρραχών, βασίζονται στην Ηρακλείτια διαλεκτική και σε σύγχρονες φιλοσοφικές θεωρήσεις, όπως αυτές του κοινωνικού εποικοδομισμού, που εμπερικλείουν και τις θεωρίες του σχετικισμού, της φαινομενολογίας και της ερμηνευτικής, κριτικής σκέψης. Επίσης, ο αναγνώστης θα διακρίνει την επικούρεια επιρροή στο κείμενο, και ειδικότερα το στοιχείο του αντι-ελιτισμού. 

Με ένα πρώτο χαρακτηρισμό, μπορεί να πει κανείς ότι το αφήγημα αυτό είναι η αυτοβιογραφία ενός σύγχρονου ανθρώπου, που γεννήθηκε στην περίοδο της γερμανικής κατοχής, που έζησε τον εφιάλτη του εμφυλίου στα πρώτα χρόνια της ζωής του και κατόπιν τις συνέπειες της περιθωριοποίησής του ως κομμουνιστικού μιάσματος, χωρίς τα στοιχειώδη δικαιώματα που έχει κάθε παιδί στην κοινωνία, χωρίς κανένα οικονομικό στήριγμα, με έναν πατέρα απόντα και σχεδόν ανύπαρκτο στη ζωή του. Παρόλα αυτά, μπόρεσε και απόδρασε από την πορεία μιας ήδη προδιαγεγραμμένης μοίρας, δαμάζοντας όλα τα αρνητικά συναισθήματα που δημιουργεί η στέρηση, η ανέχεια και ο αποκλεισμός. Έχοντας ως μόνο όπλο τις αξίες της πολιτιστικής του κληρονομιάς και τις προσδοκίες της μάνας του, έδειξε ότι το πεπρωμένο του ανθρώπου είναι ο καθρέφτης του εσωτερικού του κόσμου, κάτι που ο σκοτεινός φιλόσοφος Ηράκλειτος το είπε με τρεις μόνο λέξεις: «Ἦθος ἀνθρώπῳ δαίμων», δηλαδή το ήθος σου (ο χαρακτήρας σου) είναι ο προσωπικός σου Θεός, αυτό, δηλαδή που ο κόσμος λέει, ο «άγιός» σου, η μοίρα σου. Η αφήγηση της ιστορίας αυτής δεν είναι γραμμική, αφού οι οπτικές, οι σκέψεις, τα συναισθήματα των γεγονότων βιώνονται πότε μέσα από τα μάτια του χθες, πότε από τα μάτια του σήμερα με μια διάθεση οικοδόμησης νέου νοήματος, που χτίζεται σταδιακά από κεφάλαιο σε κεφάλαιο και δημιουργεί μία συνοχή στο κείμενο, παρά την εξέλιξη και τις ανατροπές που παρουσιάζονται.  

Στο βιβλίο αυτό επίσης υπάρχουν και κείμενα που αναφέρονται στη συνάντηση του συγγραφέα με φίλους που σημάδευσαν τη νεότερη πολιτιστική ιστορία της χώρας, όπως ο Μάνος Χατζηδάκις, ο Τάσος Λιγνάδης, ο Στέφανος Κουμανούδης.

Το περιεχόμενο του βιβλίου, εντούτοις, δεν είναι απλά μια αυτοβιογραφία. Στις μικρές ιστορίες ζωής, στις οποίες επέλεξε ο συγγραφέας να αναφερθεί, γίνεται μία προσπάθεια στοχαστικής ανάλυσης και συσχετισμού ανάμεσα στο τότε και στο τώρα, αλλά και στα μικρά και στα μεγάλα θέματα της προσωπικής και της δημόσιας σφαίρας, που σφραγίζουν την ταυτότητα μιας ζωής, ενός θεσμικού χώρου όπως το Πανεπιστήμιο και ενός τόπου ολόκληρου.  Η διαδρομή  της ζωής του συγγραφέα από τον εμφύλιο μέχρι σήμερα, όπως περιγράφεται, δίνει και το κοινωνικο-πολιτικό στίγμα αυτής της εξέλιξης. Η συζήτηση με τον «Μπαρμπαλιά» και τα γεγονότα που έζησε στο εμφύλιο ο συγγραφέας δείχνουν πώς άρχισε και πώς βιώθηκε στα χωριά ο εμφύλιος με τρόπο τραγικό, ενώ η μετέπειτα συζήτηση με τον φίλο του τον Χάρη αντανακλά τη πολιτική κατάσταση της δεκαετίας του 60, αλλά και την αίσθηση της ματαίωσης των νεανικών ονείρων μέσα στο σήμερα.  Η συζτηση με τον Μπαρμπαλιά που είχε με τον πατέρα του, που ήταν μαχητής της αντίστασης, από τους πιο αγαπητούς του Άρη Βελουχιώτη, αλλά και η πολιτική εμπειρία του ίδιου του συγγραφέα με την ενταξή του στον πανεπιστημιακό συνδικαλισμό και στο πολλά υποσχόμενο τότε κόμμα του ΠΑΣΟΚ, την οποία εκ των υστέρων βλέπει με έντονα κριτική ματιά. Η εκπαιδευτική πορεία του συγγραφέα 15 χρόνια στο Ε.Μ. Πολυτεχνείο και άλλα τόσα στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, ενώ παράλληλα περιγράφεται η κρίση της εκπαίδευσης και δίνονται επιστημονικές ερμηνείες στους λόγους για τους οποίους δεν λειτούργησαν σχετικά δημοκρατικοί νόμοι της μεταπολίτευσης για την Παιδεία και μάλιστα προκάλεσαν μεταλλάξεις προηγούμενων τάσεων και απρόβλεπετες παρενέργειες.   

Όλα αυτά δεν είναι άσχετα με τη μέχρι τώρα πορεία και τη «φυσιογνωμία» της χώρας μας, με τις συγκεκριμένες δυναμικές και αδυναμίες της, τις σχέσεις και τις εξαρτήσεις της με τις εξωτερικές και τις εσωτερικές της δυνάμεις και τους μηχανισμούς εξουσίας. Πολλά ακραία φαινόμενα της διχαστικής και μικροπολιτικής συμπεριφοράς, του λαϊκισμού και της ασυνεννοησίας των πολιτικών ηγετών μας, αλλά και των παλλινδρομήσεων του λαού μας, αναλύονται και δείχνουν πώς η χώρα μας έφτασε στις τελευταίες πολιτικές εξελίξεις, που φέρουν τη μετεμφυλιακή και μεταχουντική σφραγίδα, η οποία με τη σειρά της, δεν είναι άσχετη με την προηγούμενη οικονομική, πολιτιστική και εθνική μας ιστορία και τα ιδεολογικά σενάρια του παρελθόντος μας. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται σε κάποιο σημείο του βιβλίου, «δεν είμαστε ως λαός, ούτε κακός ούτε καλός, μισητός ή αγαπητός, φταίχτης ή αδικημένος. Είμαστε η εμπειρία μας, το προϊόν της ιστορικής μας πορείας και ωριμότητας ή ανωριμότητας».  

Για τους λόγους που προαναφέρθηκαν, ένα μεγάλο πλήθος αναγνωστών του βιβλίου έχουν εκφράσει μέσω διαφόρων διαύλων επικοινωνίας πολύ θερμά σχόλια, με τα οποία αναφέρονται όχι μόνον στην απόλαυση της ανάγνωσης και στη ροή του κειμένου, που κρατά ζωντανό το ενδιαφέρον, αλλά και στο γεγονός ότι το βιβλίο αυτό αξίζει να διαβαστεί από τους ανθρώπους της γενιάς τους, οι οποίοι θα αναγνωρίσουν οικείες καταστάσεις, που δεν ξεχνιούνται εύκολα, θα συγκινηθούν και θα ενδυναμωθούν ψυχικά, όπως το ένιωσαν και οι ίδιοι. Πέραν όμως του ότι το βιβλίο εκφράζει μία ολόκληρη γενιά νεοελλήνων, θεωρούν επίσης ότι είναι πολύ χρήσιμο να διαβαστεί και από τους νέους ανθρώπους, κρίνοντας ότι θα έχει για εκείνους παιδευτική αξία και θα τούς οπλίσει με θάρρος, αυτοπεποίθηση, αισιοδοξία και αίσθηση ευθύνης στη δύσκολη αυτή περίοδο της κρίσης που διάγουμε και που δείχνει ότι, στις μέρες μας, η εποχή των «παχέων αγελάδων» κλείνει ξανά τον ιστορικό της κύκλο.   

Όπως έχουν δηλώσει επανειλημμένα εκπαιδευτικοί φορείς που διάβασαν, που εκτίμησαν και παρουσίασαν  δημοσία αυτό το βιβλίο, το στοχαστικό του κείμενο  συνδυάζει τη γλαφυρότητα στις ηθογραφικές περιγραφές των κοινωνικών επεισοδίων στις μικρές κοινωνίες της επαρχίας, που τείνουν να εξαλειφθούν με την πάροδο του χρόνου, την περιγραφική ζωντάνεια των εικόνων και των σκηνών με τη δύναμη της ψυχής, που επεξεργάζεται θετικά όλες τις αντιθέσεις, τον πόνο με το χιούμορ και την κριτική σκέψη.

Οι ερμηνείες που δίνονται στα φαινόμενα, στις προθέσεις των ανθρώπων και στα προβλήματα δεν είναι μονοσήμαντες, μονόπλευρες και στατικές, αλλά επιχειρούν να υπερβούν το δυϊσμό της διλημματικής λογικής και τις αξιολογήσεις του άσπρου-μαύρου, σε μια προσπάθεια αναζήτησης των ψηγμάτων «αλήθειας» που υπάρχουν σε όλες σχεδόν τις αντιμαχόμενες πλευρές και στην δημιουργία νέων ερωτημάτων, που τοποθετούν τα προβλήματα σε ένα επίπεδο μεγαλύτερης συνθετότητας. Έτσι, οι ενθουσιώδεις αυτοί αναγνώστες θεωρούν ότι το βιβλίο πρέπει να διαβαστεί από όλους τους νέους και για τον πρόσθετο λόγο ότι η εκπαίδευση (στην οποία κυριαρχεί η απομνημόνευση, η αναπαραγωγωγή πληροφοριών και η εκμάθηση έτοιμων συνταγών επίλυσης των πάσης φύσεως προβλημάτων, με στόχο την επιτυχία τους στις πανελλαδικές εισαγωγικές εξετάσεις), αλλά και η ίδια η κοινωνικο-οικονομική δομή και η πολιτιστική μας παράδοση δεν τους έχουν εφοδιάσει με αρκετά πρότυπα κριτικής σκέψης. Οι δημόσιοι «διάλογοι» στα ΜΜΕ, το αποδεικνύουν εξ΄ άλλου αυτό καθημερινά. Κατά τον συγγραφέα, η εκπαίδευση υπήρξε για την ελληνική κοινωνία όχι τόσο ένα σημαντικό πολιτιστικό αγαθό και μια πολύτιμη αναπτυξιακή διαδικασία, όσο ένα μέσο για κοινωνική άνοδο και μελλοντική αποκατάσταση του καθενός, ενώ οι χριστιανικές αξίες της αγάπης για τον άνθρωπο, της ετεροσυναίσθησης, της αλληλεγγύης και της μεγαλοψυχίας, που διακηρύσσονται ως πολύτιμη κληρονομιά, δεν κατάφεραν να ενσωματωθούν στο μοντέλο της αρχαίας δημοκρατίας και να το εμβολιάσουν με την ιδιαίτερη εκείνη συναισθηματική νοημοσύνη και πρακτική, εξ αιτίας του ρόλου που παίζουν, γενικά, οι θρησκείες στις κοινωνίες.

Στο βιβλίο υπάρχουν επίσης αναφορές σε ρήσεις των αρχαίων Ελλήνων για τη Δημοκρατία, χωρίς εθνικιστικές εξάρσεις, αλλά, αντίθετα, με προβληματισμούς και ερωτήματα που δείχνουν πόσα χρειάζεται ακόμη να κάνουμε ως λαός, για να φανούμε αντάξιοί τους και ότι η γνήσια παραγωγή πολιτισμού, το χτίσιμο ενός σύγχρονου δημοκρατικού κοινωνικο-οικονομικού μοντέλου και η παραγωγή νέας γνώσης και εμπειρίας – όχι η αντιγραφή και το αναμάσημα της παλιάς -  είναι τα ουσιαστικά μας εφόδια για το χτίσιμο της εθνικής μας ταυτότητας σε ένα διαπολιτισμικό, οικουμενικό και οικολογικά ευάλωτο περιβάλλον, αλλά  και η απάντηση σε κάθε είδους εξωτερική απειλή. Όχι οι κραυγές, τα συνθήματα, οι υστερίες, οι συνομωσίες και η απαίτηση σεβασμού με μόνο επιχείρημα την επίκληση της «προγονικής δόξας».

 

Comments

Submitted by giannis on Sat, 09/14/2013 - 08:18 #

κ. Ράπτη

Διάβασα το βιβλίο σας και αισθάνθηκα την ανάγκη να σας εκφράσω τις σκέψεις μου.

Με εκπλήξατε, γιατί πίστευα  (λανθασμένα, όπως αποδείχτηκε) ότι ένας καθηγητής της Πληροφορικής είναι προσηλωμένος στο αντικείμενό του και περιχαρακωμένος στα όρια που του επιβάλλει αυτό.

Με ξαφνιάσατε, γιατί ανακάλυψα το λογοτέχνη, δοκιμιογράφο, πολιτικό αναλυτή και φιλόσοφο Αριστοτέλη Ράπτη, που τον χαρακτηρίζει η αφηγηματική πληρότητα και η οξύτητα της σκέψης.

Με συγκινήσατε και αρκετές φορές δάκρυσα. Πολλές φορές ταυτίστηκα μαζί σας και ανακάλεσα στη μνήμη μου δικά μου παιδικά βιώματα, που και αυτά ήταν δύσκολα, όχι τόσο όσο τα δικά σας βέβαια. Μεγάλωσα κι εγώ σ’ έναν όμορο νομό με σας, στο νομό  Άρτας, στους πρόποδες των Τζουμέρκων, σε δύσκολες εποχές.

Με προβληματίσατε με τα δοκιμιακά σας κείμενα, που έγιναν ερεθίσματα για περισσότερη σκέψη και ανάλυση.

Εύχομαι να είστε πάντα γερός και να συνεχίσετε να μας εκπλήσσετε με νέα πονήματα.

Γιάννης Καραμπούλας